Τα κείμενα που ακολουθούν είναι τα δυο πρώτα των μαθητών της ομάδας "Μην το κρατάς μέσα σου" από το Ζάννειο Πειραματικό Γυμνάσιο, με την οποία συναντηθήκαμε στη Βιβλιοθήκη Λασκαρίδη στις 10/2/2012.
Κατά τη διάρκεια της συνάντησής μας, ασχοληθήκαμε με το πορτρέτο – ψυχολογικό προφίλ ενός εκφοβιστή αλλά και του θύματός του, δημιουργώντας λίστες με χαρακτηρισμούς. Στη συνέχεια, οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε ομάδες και, ορμώμενοι από τους χαρακτηρισμούς στις λίστες που είχαν σχηματίσει, δημιούργησαν σχετικά κείμενα. Παρακάτω θα διαβάσετε αποσπάσματα από το ημερολόγιο ενός εκφοβιστή.
Αγαπητό ημερολόγιο,
Σήμερα ήταν η χειρότερη μέρα της ζωής μου. Ο σπαστικός ο αδερφός μου πήρε το πρώτο βραβείο στο διαγωνισμό των μαθηματικών. Η στριμενη η Παπαδημητρίου τον επιβράβευσε μπροστά σ’όλη τη τάξη και όλοι τον χειροκροτούσαν. Τι χαζός που είναι! Όταν γύρισα σπίτι, οι γονείς μου ήταν θυμωμένοι μαζί μου, για τους βαθμούς μου προφανώς. Μου είπανε οτι πρέπει να διαβάζω περισσότερο και να μοιάσω στο νιάνιαρο, αυτό το βουτυρομπεμπέ τον αδερφό μου. Αγαπάνε πιο πολύ το Βαγγέλη απ’ό,τι εμένα. Εμένα με θεωρούν άχρηστο, δε με αγαπάνε. Ύστερα πήγα στο δωμάτιό μου θυμωμένος και χτύπαγα με μανία τις ντουλάπες φωνάζοντας. Τους μισώ! Μισώ τη ζωή μου, το σχολείο, μισώ τους πάντες.
Το απόγευμα βγήκα έξω χωρίς να με αντιληφθεί κανείς. Φυσικά πώς να με πάρουν είδηση, άκουγαν το χαζό κείμενο που έγραφε ο Βαγγέλης για τη γιορτή της 25ης Μαρτίου. Έτσι λοιπόν συνάντησα το Κυριάκο, «το παιδί της γειτονιάς» (έτσι τον αποκαλώ) και μου είπε να πάμε στο συνηθισμένο μέρος για να μου δείξει κάτι. Όταν φτάσαμε εκεί, ο Κυριάκος έβγαλε απ’τη τσέπη του δυο πούρα. Είπε οτι ήταν του πατέρα του˙ έπειτα άναψε ένα σπίρτο, έβαλε το πούρο στο στόμα μου και το άναψε. Για να πω την αλήθεια δεν ήθελα να καπνίσω, αλλά αν του έλεγα του Κυριάκου οτι δεν θέλω, θα μου έλεγε οτι είμαι φοβιτσιάρης, οτι δεν είμαι άντρας και έτσι το δέχτηκα. ‘Οταν το άναψε, ένιωσα τη μυρωδιά του καπνού, με ζάλισε, με έκνε να πέσω κάτω. Ο Κυριάκος μου είπε να το ρουφήξω, εγώ έκανα μια μεγάλη ρουφηξιά και αισθάνθηκα το καπνό να εισχωρεί με μανία στα πνευμόνια μου. Μου ήρθε να κάνω εμετό, αμέσως άρχισα να βήχω... Εκείνη τη στιγμή έβλεπα τον Κυριάκο να είναι πολύ χαλαρός. Μου είπε οτι θα το συνηθίσω και οτι είναι η αρχή ακόμα. Έκανα να φύγω αλλά με σταμάτησε, εγώ του έδωσα μια μπούφλα στη μούρη και έφυγα ζαλισμένος.
Όταν έφτασα στο σπίτι οι γονείς μου έρωγαν βραδυνό με τον αδερφό μου, εγώ όμως πήγα για ύπνο, δε τους έδωσα σημασία, ούτε κι αυτοί άλλωστε.
Αύριο θα πάω σχολείο δυστυχώς και θα πρέπει να δώσω ένα μάθημα στον ηλίθιο τον Πέτρο που με κορόϊδεψε για τα μαθηματικά. Θα τους δείξω εγώ!
Απόσπασμα από το ημερολόγιο ενός εκφοβιστή
23/2/2012
Κατερίνα Τόντου
Τάξη Β’
Ζάννειο Γυμνάσιο
Αγαπητό ημερολόγιο,
αλήθεια αναρωτιέμαι γιατί να γράφω σε ένα άχρηστο χαρτί, δεν έχω όμως και καναν άλλο να μιλήσω, δε βαριέσαι όμως, οι φίλοι είναι ένα μεγάλο ψέμα, αργείς να το καταλάβεις, αλλά το καταλαβαίνεις, ο πιο δυνατός νικά, ΜΟΝΟΣ του. Ακριβώς όπως εγώ! Η σημερινή μέρα ήταν όπως όλες οι μέρες βαρετή και άχρηστη. Το πρωϊ ο ηλίθιος ο αδελφός μου, ο Ξενοφώντας, το φυτό, πήρε πάλι 20 στο διαγώνισμα και πάλι η στριμμένη η καθηγήτρια η Παπαδοπούλου, του΄πε συγχαρητήρια μπροστά σε όλη τη τάξη. Τα ίδια και στο σπίτι, κι εμένα πάλι με μαλώσανε, μου είπαν να μιμηθώ τον αδελφό μου, λες και ο στόχος είναι να γίνουμε όλοι γυαλάκηδες, άχρηστοι που όλη την ώρα κοιτάμε ένα χαζό βιβλίο! Κανείς δε με προσέχει εμένα, πάντα αυτόν σκέφτονται, χατίρι δε του χαλάνε, ασχολήθηκε ποτέ κανείς τους μαζί μου ; μόνο να μ’εκνευρίζουν ξέρουν. Και δε φτάνει αυτό, στη γυμναστική, ενώ παίζαμε ποδόσφαιρο, το κήτος ο Μάνος με κατηγόρησε οτι δεν παίζω καλά ποδόσφαιρο. Ακούς εκεί ο χοντρομπαλάς, ο αργοκίνητος, που δεν μπορεί να σύρει τα πόδια του! Ας γελάσω, αυτός μόνο για το τέρμα κάνει, το καλύπτει όλο τόσο χοντρός που είναι, δεν χωράει η μπάλα να μπει! Πάντως, για να μη ξεχνιώμαστε, εγώ και η παρέα μου, του δώσαμε ένα καλό μάθημα στο διάλλειμα, τρόμαξε πολύ, του άξιζε, όμως να το μάθει, εγώ είμαι ο αρχηγός, εγώ είμαι ο καλύτερος, εγώ είμαι πιο δυνατός, εγώ, εγώ και κανείς άλλος. Και σα να μην έφταναν όλα αυτά, αυτός ο ενοχλητικος, ο σπυράκιας, ο αργόστροφος ντε, ο κοιμισμένος ο Βίκτωρας – «Βίκτωρας», άκου όνομα ! – έπεσε πάνω μου στο λεωφορείο, θύμωσα πολύ, με πλάκωσε, σου λέω με τσαλαπάτησε ο αδέξιος, γι’αυτό τον έβρισα, ρεζίλι τον έκανα. Δεν έφταιγε αυτός, ίσως δεν έπρεπε να τον βρίσω, αλλά θύμωσα, τι νά’κανα; Να μάθει οτι κανείς δε με πειράζει εμένα, έστω και κατά λάθος. Η αλήθεια είναι πως αυτός ο τύπος μου θυμίζει τον εαυτό μου όταν πήγαινα στο νηπιαγωγείο, τότε που αυτά τα ζώα απ’το διπλανό σχολείο με έβριζαν και με χτυπούσαν. Τώρα όμως είμαι ο καλύτερος, ο πιο δυνατός, και αν τους ξαναδώ ποτέ, θα τους μάθω να φέρονται. Και στο Βίκτωρα λοιπόν καλό έκανα, ίσως να σταματήσει να είναι βλάκας και να γίνει έξυπνος και τέλειος σα και μένα. Μέχρι και αγαθοεργίες κάνω, ορίστε και από πάνω με βρίζουν. Θα μάθουν όμως ποιος είναι ο καλύτερος, και αν δε το μάθουν, θα τους κάνω εγώ να το μάθουν. Είμαι ο πιο δυνατός και ο στόχος είναι να τους επιβληθώ, να φαίνομαι πάντα δυνατός, έτσι θα τους πατήσω όλους, εγώ θα είμαι πάντα ο πρώτος!
Νέα Ρώμη, 9200 μ.Χ.
Ένα μολύβι έσχισε τον αέρα και υπακούωντας στο κέλευσμα της βαρύτητας έπεσε στο ξύλινο πάτωμα ταράζοντας για λίγο την ευταξία πολλών στρωμάτων σκόνης που κάλυπταν το δάπεδο. Ο Κωνσταντίνος πάλι είχε βυθιστεί στις σκέψεις του, ξεχνώντας εντελώς πως έγραφε μια έκθεση. Το κιτρινισμένο , ξεσχισμένο χαρτί που είχε βρει το πρωϊ στην εκδρομή του σχολείου σε μια αρχαία πόλη, μια σελίδα από το ημερολόγιο κάποιου αρχαίου νταή τον προβλημάτιζε έντονα. Οι συμπεριφορές αυτές οι βίαιες, οι κυριαρχικές που διαπνέονταν από φιλαρχία, εγωϊσμό, αλλά κυρίως από φόβο και από έλλειψη θέλησης για καταξίωση μέσω των ικανοτήτων, η εύκολη λύση του δήθεν δυνατού επιβίωνε 7.000 χρόνια μετά.
Σήμερα, ένας συμμαθητής του είχε βρίσει άδικα έναν φτωχό άνθρωπο που έτυχε να βρίσκεται στον αρχαιολογικό χώρο, κοντά σε ένα αρχαίο πράγμα που λεγόταν «υπολογιστής» , όπως του είπε ο καθηγητής. Με πόσα επίθετα τον είχε περιλούσει τον καημένο και αυτός, τόσο ταπεινός και πράος, είχε φύγει ήρεμα ζητώντας ταπεινά συγνώμη. Όταν είχαν προσπαθήσει ο Κωνσταντίνος και μερικοί φίλοι του να του μιλήσουν, έβρισε κι εκείνους, δεν τους άκουσε, χτύπησε μάλιστα έναν. Τους είπε οτι μόνο ο ισχυροί νικούν, διαπρέπουν, μόνο με τη βία και την αδικία πρωτεύει ο άνθρωπος, ο εγωϊσμός στηρίζει. Τότε όλοι του είχαν απαντήσει αρνητικά φυσικά, τώρα όμως που σκεπτόταν όλα αυτά, του φάνηκε πως υπήρχε πολλή κακία και αλαζονία εδώ.
Γιατί όμως αυτό το συνεσταλμένο και τόσο καλό παιδί να φέρεται έτσι; Αυτός, όταν τον κορόϊδευαν οι μεγαλύτεροι, ίσα που προσπαθούσε να υπερασπιστεί τον εαυτό του, τους φοβόταν, αν και ήταν πάντα ευγενικός και καλοπροαίρετος. Και τώρα έκανε ό,τι του είχαν κάνει. Φοβόταν οτι αν δεν φαινόταν ισχυρός, θα είχε προβλήματα.
Το ρυθμικό χτύπημα που σήμαινε την αλλαγή ώρας στο αρχαιοπρεπές ρολόϊ το ξύλινο, με τους περίτεχνους δείκτες τον επανέφερε για λίγο στη πραγματικότητα. Για πολύ λίγο όμως, σύντομα ξαναβυθίστηκε στο πέλαγος των σκέψεών του. Τι ήταν σωστό, ποιο πρότυπο συμπεριφοράς θα πρέπει να ακολουθεί ο άνθρωπος ; Κοίταξε για λίγο τα Ι.Χ. υπερηχητικά αεροπλάνα που πέρναγαν έξω από το παράθυρο, μεταφέροντας πάντα ένα πλήθος από έγνοιες. Ο Μανόλης, ο συμμαθητής του, φαινόταν δυνατός, όλοι τον φοβούνταν και πολλοί, διακατεχόμενοι από ένα νοσηρό μιμητισμό, γύριζαν γύρω του σα τις μέλισσες. Φαινόταν δυνατός, χαλαρός, κοινωνικός, επιτυχημένος, η συνείδησή του όμως δεν τον άφηνε ποτέ ήρεμο. Πάντα εμφανιζόταν στις σκέψεις του Μανόλη όλα τα «θύματά» του και είτε με τις ισχνές αντιδράσεις τους, είτε με τη ζωγραφισμένη λύπη της προσβολής στο πρόσωπό τους, δεν τον άφηναν στιγμή ήσυχο. Ο γίγαντας Μανόλης -Μάνος, όπως ήθελε να τον φωνάζουν - βάδιζε μέσα από μια κοινωνική Σαχάρα στη βέβαιη αυτοκαταστροφή.
Ένα ακόμη ηχητικό κύμα που του θύμιζε τη χαμηλή ένδειξη ενέργειας του τηλεφώνου τον διέκοψε, το αγνόησε, οι σκέψεις που έκανε ήταν πολύ πιο σημαντικές. Ο ταπεινός φτωχός φαινόταν ράκος, κακομοίρης και καταδικασμένος δια βίου να υποχωρεί. Η συμπεριφορά του όμως ήταν τόσο μεγαλόπρεπη. Η συγνώμη του, η ταπεινή και απλή, κατέπληξε κυριολεκτικά, συνέτριψε, τσαλαπάτησε τον εγωϊσμό, τη δύναμη του Μανώλη και έκανε το φόβο και τα χαμερπή του κίνητρα να φανούν. Ο Μανώλης επιβάλλει σεβασμό, πειθαναγκάζει, δημιουργεί φόβο. Ο φτωχός με την ταπείνωσή του, την αγάπη του του γι’αυτόν που άδικα τον έβρισε, συγκέντρωσε παρότι ήταν άγνωστος, τόσους υποστηρικτές γύρω του. Η κυριαρχία του Μανόλη φτάνει μεχρι εκεί που αρχίζει η δυναστεία ενός πιο φοβερού τύπου.
Ο Κωνσταντίνος δεν έμαθε ποτέ τι απέγινε ο συγγραφέας του ημερολογίου. Την απόφασή του όμως την είχε πάρει : ο φόβος, η αδικία αποτελούν φαύλο κύκλο, τελικά δεν καταφέρνουν τίποτε. Η καλοσύνη όμως, η απλότητα, η ευγένεια της ψυχής, η συγχώρηση, η αγάπη για τον εχθρό, που δεν είναι κακομοιριά, η ταπείνωση, έχουν διαχρονική αξία, πάντοτε λάμπουν και φωτίζουν αυτόν που τις φέρει. Γι’αυτό και ο ίδιος θα είχε αυτό το φρόνημα, και όσο μπορούσε θα καταπολεμούσε την αδικία. Δεν μπορούσε να αλλάξει μόνος του το κόσμο. Θα ήταν μια ουτοπία αυτό. Μπορούσε όμως να επηρεάσει προς το καλό άλλους. Η ώρα είχε προχωρήσει, η έκθεση για το χρόνο περίμενε. Το παρελθόν ανθρωπίνως δεν αλλάζει, βασιζόμενοι όμως σε αυτό οικοδομούμε ένα καλύτερο παρόν και θεμελιώνουμε ένα ιδανικό μέλλον.
Απόσπασμα από
το ημερολόγιο ενός εκφοβιστή
22/2/2012
Χρήστος Τσαγκάρης, Τάξη Γ’, Ζάννειο Γυμνάσιο